Πόσα ήταν τελικά τα κονδύλια που πήρε η Ελλάδα από την Ευρωπαϊκή Ένωση την τελευταία τριακονταετία και πού δαπανήθηκαν;Ωφελήθηκε ή ζημιώθηκε από τη συμμετοχή της στην Ε.Ε. και στην ευρωζώνη; Πώς μπορεί να βελτιωθεί η διαχείριση, να ενισχυθεί η διαφάνεια και να γίνει αποδοτικότερη η αξιοποίηση των κοινοτικών κονδυλίων;
Παρά το γεγονός πως βρισκόμαστε λίγες ημέρες πριν από τις ευρωεκλογές, ελάχιστοι συζητούν τα συγκεκριμένα ζητήματα, ενώ ακόμα δε μπορούμε να συμφωνήσουμε ούτε και στο πόσα ακριβώς χρήματα έχουμε πάρει από την Ε.Ε. τα τελευταία τριάντα χρόνια. Ούτε έγινε ποτέ ένας ουσιαστικός απολογισμός για το πού πήγαν τα συγκεκριμένα κονδύλια.
Τα διάσπαρτα στοιχεία δείχνουν πως τα συνολικά έσοδα της χώρας μας από κοινοτικές επιχορηγήσεις προσέγγισαν τα 200 δισ. ευρώ. Άλλα 40 δισ. ευρώ αναμένεται να λάβει η Ελλάδα στο πλαίσιο της νέας προγραμματικής περιόδου μέχρι το 2020.
Μολονότι είναι δύσκολο να εντοπιστούν με ακρίβεια και λεπτομέρεια τα κοινοτικά κονδύλια που έφτασαν στη χώρα μας, στο νούμερο των 200 δισ. ευρώ αναφέρθηκε και ο επικεφαλής της αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Ελλάδα Πάνος Καρβούνης όταν ρωτήθηκε σχετικά από το Euro2day.gr.
Σχεδόν τα μισά είναι τα κονδύλια από τα λεγόμενα αναπτυξιακά προγράμματα (από τα ΜΟΠ μέχρι το ΕΣΠΑ), ενώ το υπόλοιπο ποσό περιλαμβάνει δεκάδες δισ. επιδοτήσεων προς τον αγροτικό τομέα και άλλες επιχορηγήσεις. Στα ποσά αυτά δεν περιλαμβάνονται τα δάνεια από το 2010 στο πλαίσιο της τρόικας, ύψους 240 δισ. ευρώ, τα οποία η χώρα μας καλείται να επιστρέψει.
Όλοι, πάντως, συμφωνούν πως η Ελλάδα άλλαξε εξαιτίας των κοινοτικών κονδυλίων ειδικά μεγάλο τμήμα της περιφέρειας. Όλοι, επίσης, συμφωνούν πως εξαιτίας του πρόχειρου σχεδιασμού και πολιτικών σκοπιμοτήτων σημαντικό τμήμα των πόρων δεν πήγε σε επενδύσεις ώστε να αλλάξει το παραγωγικό μοντέλο, αλλά στην κατανάλωση.
Δείγμα του κακού σχεδιασμού είναι πως με τα κοινοτικά κονδύλια κατασκευάσαμε μια Εγνατία Οδό, αλλά ακόμα προσπαθούμε να αναβαθμίσουμε το λιμάνι της Ηγουμενίτσας. Δαπανήσαμε δισεκατομμύρια για το σιδηροδρομικό δίκτυο, αλλά σήμερα βρίσκεται σε λειτουργία μικρότερο τμήμα του έναντι προηγούμενων δεκαετιών. Τα μυθικά κοινοτικά κονδύλια για τον αγροτικό τομέα οδήγησαν στη δημιουργία ισχυρών μεταποιητικών επιχειρήσεων στην Κρήτη (από βιομηχανίες πλαστικών σωλήνων, μέχρι βιομηχανίες τροφίμων), χωρίς να γίνει το ίδιο σε άλλες περιοχές της Ελλάδας όπως η Θεσσαλία.
Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ΕΛΙΑΜΕΠ για την Τράπεζα της Ελλάδος, από το 1981 μέχρι το 2008 η Ελλάδα είχε λάβει από τα κοινοτικά ταμεία περί τα 91 δισ. ευρώ, ενώ το ποσό ξεπερνά τα 110 δισ. αν συνυπολογιστεί και το εν εξελίξει ΕΣΠΑ.
Στο συγκεκριμένο ποσό περιλαμβάνονται 29,4 δισ. ευρώ για βασικές υποδομές (τα 17,9 δισ. ευρώ διατέθηκαν στον τομέα των μεταφορών, δηλαδή για νέους οδικούς και σιδηροδρομικούς άξονες κ.λπ.).
Από πίνακα του υπουργείου Οικονομικών και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που περιλαμβάνεται σε ειδική έκδοση της Κομισιόν για τα 30 χρόνια συμμετοχής της χώρας μας στην Ε.Ε., προκύπτει πως μόνο τα έσοδα από τα προγράμματα-πλαίσια (από τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα, τα γνωστά ΜΟΠ, μέχρι και το εν εξελίξει ΕΣΠΑ) ανέρχονται σε περίπου 70,7 δισ. ευρώ. Το ποσό διπλασιάζεται αν συνυπολογιστούν οι τεράστιες επιδοτήσεις – χρηματοδοτήσεις του αγροτικού τομέα ο οποίος μόνο την τελευταία 15ετία είχε έσοδα περί τα 40 δισ. ευρώ.
Η κακοδιαχείριση των κοινοτικών πόρων, σε συνδυασμό με την πολυετή παρουσία της τρόικας στη χώρα μας, έχει αυξήσει και το ποσοστό των Ελλήνων που πιστεύουν πως η χρηματοδότηση από την Ε.Ε. γίνεται για να μας χρυσώσουν το χάπι και πως το μεγαλύτερο ποσοστό επιστρέφει στον πλούσιο Βορρά μέσω έργων, συμβάσεων προμηθειών κ.λπ.
Ούτως ή άλλως, είναι σχεδόν αδύνατον να υπολογιστεί το ακριβές όφελος των ευρωπαϊκών ομίλων από τα συγχρηματοδοτούμενα έργα στην Ελλάδα. Για παράδειγμα, από τα περίπου 25 δισ. ευρώ (μαζί με το ΕΣΠΑ) που είχαν διατεθεί για έργα στον τομεά των μεταφορών, σημαντικό ποσοστό αφορά έργα τα οποία ελέγχουν πλειοψηφικά ή έχουν μεγάλο μερίδιο ξένοι όμιλοι (από τη Ζεύξη Ρίου – Αντιρρίου μέχρι τους υπό κατασκευή οδικούς άξονες).
Όμως, τα κονδύλια για την κατασκευή τους πήγαν σχεδόν αποκλειστικά σε Έλληνες εργολάβους. Επιπλέον ακόμα και στα έργα που εκτελούν οι εγχώριοι κατασκευαστές σημαντικό μερίδιο δαπανών οδεύει προς ξένους προμηθευτές εξοπλισμού (π.χ. μηχανολογικού για το μετρό ή για τον σιδηρόδρομο).
Συνεπώς η εξίσωση είναι πολύ δύσκολη, αλλά είναι εμφανές πως το μεγαλύτερο ποσοστό κονδυλίων έμεινε στα χέρια ελληνικών ομίλων. Ούτε τα δεκάδες δισεκατομμύρια μέσω της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής επέστρεψαν στον Βορρά.
Αρκετά έμειναν στις τσέπες επιτήδειων, ενώ πολύ περισσότερα δαπανήθηκαν άνευ σχεδίου με αποτέλεσμα να περιορίζεται η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής γεωργίας. Ετσι το 70% των αγροτικών προϊόντων που καταναλώνει μια ελληνική οικογένεια σήμερα εισάγεται, ενώ πριν από 30 χρόνια η αυτάρκεια της χώρας προσέγγιζε το 90% για την ίδια κατηγορία προϊόντων. «Η εύκολη κριτική επικεντρώνεται στους δήθεν καλομαθημένους αγρότες, ενώ κύριος στόχος πρέπει να είναι οι έχοντες την ευθύνη για χάραξη πολιτικής», λένε σήμερα οι άνθρωποι που ασχολούνται με τον πρωτογενή τομέα.
Από τους πλέον ωφελημένους η Ελλάδα
Με όρους «καθαρού δημοσιονομικού οφέλους», των συνολικών δηλαδή απολαβών του κράτους από τον κοινοτικό προϋπολογισμό μείον τη συνολική συνεισφορά του σε αυτόν, η Ελλάδα είχε το μεγαλύτερο όφελος για την περίοδο 2007-10 (την τελευταία για την οποία υπάρχουν στοιχεία, σύμφωνα με τη μελέτη του ΕΛΙΑΜΕΠ).
Ακολουθούν η Πολωνία, η Ισπανία και η Πορτογαλία. Με βάση την ίδια μελέτη, πάντα για την περίοδο 2007 – 2010, «σε σχέση με το συνολικό ΑΕΠ κάθε κράτους, αν εξαιρεθεί το Λουξεμβούργο λόγω της εγκατάστασης εκεί (και στο Βέλγιο) των κοινοτικών οργάνων, η χώρα της οποίας οι συνολικές εισπράξεις από τις δαπάνες του κοινοτικού προϋπολογισμού καλύπτουν το μεγαλύτερο ποσοστό του ΑΕΠ της (σε τρέχουσες τιμές και ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης) είναι πάλι η Ελλάδα (3,3%), ακολουθούμενη σε μεγάλη απόσταση από τις Λιθουανία, Πορτογαλία και Λετονία».
Όσο για τα έσοδα από την Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ), εδώ η Ελλάδα βρίσκεται στη δεύτερη θέση γιατί την υποσκέλισε η Ιρλανδία. Η τελευταία έλαβε από την ΚΑΠ την περίοδο 2007 – 2010 354 ευρώ ανά κάτοικο, η Ελλάδα 287 ευρώ ανά κάτοικο και η Δανία 210 ευρώ ανά κάτοικο. Στην τρίτη θέση (μετά την Πολωνία) βρίσκεται η Ελλάδα με βάση τα απόλυτα ποσά που εισέπραξε την περίοδο 2007 – 2010 από τα διαρθρωτικά ταμεία (ΚΠΣ, ΕΣΠΑ, Ταμείο Συνοχής). Η Πολωνία εισέπραξε 5,7 δισ. και ακολουθεί η Ισπανία με 4,7 δις. ευρώ, ενώ τρίτη είναι η χώρα μας με 3,4 δισ.
Το στοίχημα της διαφάνειας και της καλύτερης διαχείρισης
Το δυστύχημα είναι ότι η Ελλάδα είναι από τους πλέον ωφελημένους από πλευράς εισπράξεων, αλλά και πρωταθλήτρια επιστροφών εξαιτίας κακοδιαχείρισης. Από τις εκθέσεις της Κομισιόν τα τελευταία 20 χρόνια προκύπτει πως σχεδόν σε όλα τα μεγάλα έργα (φωτεινή εξαίρεση η Ζεύξη Ρίου – Αντιρρίου) υπήρξαν υπερβάσεις προϋπολογισμού.
Ακόμα και σήμερα είναι αδύνατον να υπολογίσουν οι πολίτες το πραγματικό τελικό κόστος ενός έργου επειδή το τελικό φυσικό αντικείμενο είναι σπανίως το ίδιο με αυτό που σχεδιάστηκε αρχικά! Εξαιτίας της προχειρότητας των μελετών και της σπουδής των αρμοδίων να εντάξουν όπως-όπως μεγάλο αριθμό έργων ώστε να σιγουρευτούν πως θα πιάσουν τους στόχους απορρόφησης των κοινοτικών πόρων.
Οι ερευνητές του
ΕΛΙΑΜΕΠ, για παράδειγμα, επικαλούνται έκθεση του 2009 σύμφωνα με την οποία η κατασκευή ενός χιλιομέτρου του οδικού άξονα ΠΑΘΕ (Πάτρα – Αθήνα – Θεσσαλονίκη – Εύζωνοι) κόστισε όσο επτά χιλιόμετρα οδικού άξονα στην Ισπανία ή στην Πορτογαλία! Αρκετοί ειδικοί στην Ελλάδα επικαλούνται, όμως, το γεγονός πως η χώρα μας είναι ορεινή και έχει άλλες ιδιομορφίες για να δικαιολογήσουν το υψηλό κόστος και την κατασπατάληση κοινοτικών και εθνικών πόρων. Το ορεινό έδαφος δεν μπορεί, πάντως, να δικαιολογήσει το γεγονός πως παρά τη σπατάλη δισεκατομμυρίων ευρώ,η Ελλαδα δε διαθέτει ηλεκτροκίνηση ούτε στον βασικό σιδηροδρομικό άξονα Αθηνών – Θεσσαλονίκης.
Όμως, ούτε σ’ αυτές τις ευρωεκλογές συζητάμε για το πώς μπορούμε να κερδίσουμε το στοίχημα της διαφάνειας και της καλύτερης αξιοποίησης των κοινοτικών πόρων. Κάποιοι υποστηρίζουν πως «πρέπει να δημιουργηθεί ένας ανεξάρτητος οργανισμός, που θα εξετάζει τη χρήση των χρημάτων της Ε.Ε. και την αποτελεσματικότητά τους, πέρα από τους γραφειοκρατικούς ισοσκελισμούς». Να διερευνά δηλαδή τον πραγματικό αναπτυξιακό τους αντίκτυπο και όχι μόνο την απορρόφηση και τα άλλα λογιστικά μαγειρέματα στα οποία επιδίδονται οι υπηρεσίες του υπουργείου Ανάπτυξης.
Επιπλέον, αρκετοί εκτιμούν πως πρέπει να δημιουργηθεί μηχανισμός απευθείας προσφυγής πολιτών σε ανεξάρτητη αρχή της Ευρωπαϊκής Ενωσης στην περίπτωση που εντοπίζουν εστίες κακοδιαχείρισης.
Τόσο τα πολιτικά κόμματα, όσο και οι υποψήφιοι, όμως, έχουν αφήσει για τις επόμενες ευρωεκλογές τη συζήτηση για το μοντέλο αξιοποίησης των κοινοτικών πόρων και την αδιαφάνεια της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών που σπρώχνει τους πολίτες μακριά από την Ε.Ε.
Υποβολή απάντησης